Ένα εισιτήριο για Μακόντο

gabriel-garcia-marquez-one-hundred-years-of-solitude-04

Τον περασμένο Δεκέμβρη κυκλοφόρησε στα ελληνικά η βιογραφία του Γκαμπριέλ Γκαρσία Μαρκές. Συγγραφέας της, ο βρετανός δημοσιογράφος Τζέραλντ Μάρτιν. Σπάνια διαβάζω βιογραφίες. Δημιουργούν μια απροσδιόριστη θλίψη, είτε το πρόσωπο στο οποίο αφορούν βρίσκεται στη ζωή, είτε όχι.

Το πρώτο βιβλίο του «Γκάμπο» που είχε πέσει στα χέρια μου ήταν ο «Έρωτας στα χρόνια της χολέρας». Το διάβαζα το καλοκαίρι της δευτέρας λυκείου.

Το επόμενο καλοκαίρι διάβασα τα «Εκατό χρόνια μοναξιά». Τιμή αγοράς 5.500 δρχ.  Πήγαινα στην Ισπανία με το λεωφορείο, κρατούσα μαζί μου ένα γουόκμαν με 4 κασέτες κι αυτό το βιβλίο.

Η πρώτη μου αντίδραση μόλις το είχα ανοίξει ήταν να σηκώσω τα φρύδια και ν’ αναρωτηθώ για το οικογενειακό δέντρο της οικογένειας Μπουενδία. «Τί πάει να πει ’17 Αουρελιάνο’»;

Ο «Γκάμπο» δε βιαζόταν να δώσει απαντήσεις. Έτρεφε τις αισθήσεις με λέξεις, σε κάθε παράγραφο που περνούσε μπροστά από τα μάτια μου. Και μ’ έκανε να πεινάω ακόμα περισσότερο.

Στις 400 περίπου σελίδες της ελληνικής μετάφρασης, απλώνεται η ιστορία επτά γενεών της οικογένειας που ξεκίνησε ο Χοσέ Αρκάδιο Μπουενδία με τη σύζυγό του Ούρσουλα Ιγουαράν. Ο Μπουενδία ίδρυσε το Μακόντο, την πόλη όπου εκτυλίσσεται η πλοκή του βιβλίου κι αποτελεί μια αλληγορία της ιδιαίτερης πατρίδας του Κολομβιανού συγγραφέα.

Η ιστορία της Λατινικής Αμερικής, οι πόλεμοι, οι τυραννίες, οι παραδόσεις και η φιλοσοφία του συγγραφέα αναδεικνύονται μέσα από τους χαρακτήρες, που ζουν – εκτός από έναν, που πέθανε και επέστρεψε στη ζωή, γιατί δεν άντεχε τη μοναξιά – την εξέλιξή τους, ατομικά, μέσα στην οικογένεια και το κοινωνικό σύνολο του Μακόντο.

Μυρίζεις τη ζωή μέσα στο Μακόντο. Ιδρώνεις μαζί με τους χαρακτήρες κάτω από τον δυνατό ήλιο, περπατάς μέσα στις λάσπες μαζί τους, όταν βρέχει καταρρακτωδώς, αφοσιώνεσαι στους στόχους τους, όσο παράλογοι κι αν είναι και προσπαθείς να ερωτευτείς το αντικείμενο του πόθου τους.

Ο μαγικός ρεαλισμός του συγγραφέα, η εμφάνιση και, ενίοτε, κυριαρχία παράλογων και μαγικών πραγμάτων στην καθημερινότητα των Μπουενδία αφομοιώνεται από το μυαλό στιγμιαία. Δεν προξενεί «λογικές» απορίες. Μόνο μια υφέρπουσα αγωνία για το προς τα πού οδεύει η ιστορία του ιδρυτή του Μακόντο και της πολυπληθούς και πολύπλοκης, λειτουργικά, οικογένειάς του.

Τόσοι άνθρωποι, τόσα αντικείμενα, τόσες ζωές και ιστορίες, όλες δεμένες γύρω από ένα όνομα και μια πόλη κι ένα σπίτι. Τόση μοναξιά και τόσες αντιθέσεις. Η αντιμετώπιση του θανάτου ως ευκαιρία. Η πεποίθηση ότι «πάντα μένει πίσω κάτι για να το αγαπήσεις». Η εξουσία ως ολέθριος αυτοσκοπός. Η αιμομιξία, ως απότοκο της μοναξιάς καθενός, η αιτία και το αποτέλεσμα της «θείας τιμωρίας».

Το ζήτημα της μοναξιάς είναι πιο σύνθετο από αυτό που διαφαίνεται ως προφανές: δεν αντιμετωπίζεται ούτε ως ο προάγγελος του θανάτου, ούτε ως το αντίκτυπο ενός «παλιακού», «μαζεμένου» τρόπου ζωής.

Είναι το «τέρας» που κουβαλάει η ανθρώπινη φύση, η κρυφή της τάση προς την ηθελημένη στενοχώρια. Για τον συγγραφέα, ο χρόνος γυρίζει κυκλικά κι έτσι, με την επανάληψη, κανένα στοιχείο της ζωής, ευχάριστο ή δυσάρεστο δεν καταφέρνει να υπερνικήσει τη – δεδομένη, φιλοσοφικά – στροφορμή.

Το ξαναδιάβασα δέκα χρόνια μετά. Δε νομίζω ότι είχα καταλάβει τίποτα από τα παραπάνω. Αν το ξαναδιαβάσω σε δέκα χρόνια, ίσως να έχω κατανοήσει και πάλι διαφορετικά τις εκατοντάδες αλληγορίες.

Ο «Βίος και η Πολιτεία του Αλέξη Ζορμπά» και τα «Εκατό χρόνια μοναξιά» νομίζω πως είναι τα βιβλία που πρέπει να ξαναδιαβάζεις, μόλις συνειδητοποιείς ότι έχεις αλλάξει τρόπο ζωής.

Ειδικά στην περίπτωση του «Γκάμπο», που εδώ και δυο χρόνια έχει διαγνωστεί με άνοια, η «μοναξιά» του magum opus του είναι μια διαδικασία, που δε χρειάζεται να διαρκεί εκατό χρόνια, αλλά είναι απαραίτητη για την προσέγγιση της εσωτερικής γαλήνης. Όχι μοιρολατρικά. Ανθρώπινα. Είναι η αντιμετώπιση του «τέρατος», που ανά διαστήματα βγαίνει από τη φωλιά του για να πάρει αέρα. Κάνοντάς σου παρέα, όμως.

Κάθε ταξίδι στο Μακόντο περιλαμβάνει και την επιστροφή. Σε διαφορετικό μέρος κάθε φορά. Ένα ακόμα εισιτήριο, παρακαλώ. Μονό.

 

Ναταλί Σαϊτάκη